ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Ελληνική Επανάσταση 1821: Οι Έλληνες της Κύπρου Παρόντες στο Εθνικό Προσκλητήριο της Ιστορίας

Του Θουκυδίδη Π. Ιωάννου

Ιστορικό, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών

Επισκέπτη Καθηγητή Νεότερης Ιστορίας

Η Κύπρος αναδείχθηκε με την πάροδο του χρόνου ως ένα από τα σπουδαιότερα κέντρα του Ελληνικού Πολιτισμού. Η γεωπολιτική της θέση και ο φυσικός της πλούτος προσείλκυσαν τη βουλιμία διαφόρων λαών με αποτέλεσμα να στερηθεί κατά καιρούς την ελευθερία της. Ωστόσο όμως διατήρησε την ελληνικότητά της και συμμετείχε πάντοτε ενεργά στους αγώνες του έθνους. Χιλιάδες Ελληνοκύπριοι αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για την ελευθερία και τα εθνικά ιδεώδη κατά την Επανάσταση του 1821.

Η Φιλική Εταιρεία και η Κύπρος

Κατά την περίοδο της Οθωμανικής Κυριαρχίας οι Κύπριοι επέδειξαν ποικιλοτρόπως το αγωνιστικό τους φρόνημα για την απελευθέρωση του γένους από τον βάρβαρο δυνάστη. Αυτό εκδηλώνεται εντονότερα κατά τις παραμονές της Επανάστασης με τον μαρτυρικό θάνατο του συντρόφου του Ρήγα Ιωάννη Καρατζά, με τους Κυπρίους Φιλικούς, με τους αγωνιστές του Ιερού Λόχου, για να κορυφωθεί μετά την έναρξή της με τον απαγχονισμό του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού και των συμμαρτύρων του και με τους ήρωες εθελοντές της Μεγαλονήσου σε όλα τα πεδία των μαχών

Ανάμεσα στους πρώτους εθνομάρτυρες της προεπαναστατικής περιόδου ήταν και ο Κύπριος Ιωάννης Καρατζάς από τη Λευκωσία, ο οποίος μαρτύρησε και πέθανε μαζί με τον Ρήγα Φεραίο και άλλους έξι συντρόφους του για τα ίδια ιδανικά, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο μεγάλος Δάσκαλος του Γένους Αδαμάντιος Κοραής : “Οκτώ Γραικοί , οι οποίοι εζήτουν ησύχως τα αρμόδια μέσα τού να φωτίσωσι και από τον ζυγό της δουλείας να ελευθερώσωσι τους ιδίους ομογενείς, συνεμαρτύρησαν στο άνθος της ηλικίας των την νύκτα της 24ης Ιουνίου 1798 “.

Η Φιλική Εταιρεία, όπως είναι γνωστό, είχε Πανελλήνιο χαρακτήρα. Έτσι οι «απόστολοι» της Φιλικής Εταιρείας δεν μπορούσαν να αφήσουν έξω από τη δράση τους την Κύπρο. Αν και η παράδοση αναφέρει επισκέψεις και άλλων Φιλικών στο νησί, πιθανότατα για να προετοιμάσουν το έδαφος, το έργο της μύησης των Κυπρίων ανέλαβε ένα από τα σημαντικότερα μέλη της Φιλικής Εταιρείας, ο Μετσοβίτης γιατρός Δημήτριος ‘Iπατρος (ή Ύπατρος).

Η παρουσία του στη Μεγαλόνησο απέδωσε τους αναμενόμενους καρπούς, αφού βρήκε πρόθυμους τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό, τους Ιεράρχες και τους σπουδαιότερους Προκρίτους του νησιού να συνδράμουν την προετοιμαζόμενη Επανάσταση. Σύμφωνα με μαρτυρίες, την ίδια χρονική περίοδο (1818-1820) εκτός από την ηγεσία μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία και πολλοί άλλοι Κύπριοι.

Είναι χαρακτηριστικό της φιλοπατρίας των Κυπρίων Φιλικών, οι οποίοι έσπευδαν παντού για να βοηθήσουν στον Αγώνα, ότι μια ομάδα από αυτούς μετέβη αργότερα στη Μολδοβλαχία και εντάχθηκε στις τάξεις του υπό τον Αλέξανδρο Υψηλάντη Ιερού Λόχου. Μετά τη δοθείσα από τους Ιερολοχίτες στην πεδιάδα του Δραγατσανίου αποφασιστική και άνιση μάχη στις 7 Ιουνίου 1821, όσοι από τους ήρωες του Ιερού Λόχου επέζησαν υποχώρησαν για να συνεχίσουν τον αγώνα και από άλλες περιοχές. Από αρχειακές πηγές πληροφορούμαστε τα ονόματα τεσσάρων Κυπρίων που διασώθηκαν: Ζαχαρία Λεοντή, Φίλιππου Γεωργίου, Γιάννη Τσολάκη και Σάββα Ντιόρτη. Ένας άλλος διασωθείς, ο Αγγελής Κύπριος, έφτασε στην Ελλάδα, όπου συνέχισε τον Αγώνα. Μάλιστα ο αδελφός του Ζήνων ανατινάχθηκε με τον Γιωργάκη Ολύμπιο στη Μονή Σέκου στη Μολδαβία (Σεπτέμβριος 1821).

Η κατ’ αρχήν θετική απάντησή της Κυπριακής Ηγεσίας, συνοδεύτηκε από ορισμένες δικαιολογημένες επιφυλάξεις. Ο Αρχιεπίσκοπος πρόβαλε σοβαρούς λόγους για τους οποίους η Κύπρος δεν ήταν δυνατό να επαναστατήσει, τουλάχιστον άμεσα, οι ισχυρότεροι από τους οποίους ήταν: η γειτνίασή της με τη Μικρά Ασία, από την οποία μπορούσαν να μεταφερθούν τάχιστα στρατεύματα για την καταστολή οποιασδήποτε εξέγερσης, η απόστασή της από την υπόλοιπη Ελλάδα, οπότε δεν ήταν εφικτή έγκαιρη βοήθεια, και οι ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούσαν στη Μεγαλόνησο.

Η Φιλική Εταιρεία αναγνώρισε ως βάσιμες τις ανωτέρω αντιρρήσεις. Για τον λόγο αυτό σύμφωνα με το άρθρο ΙΕ’ του Γενικού Σχεδίου της, που καταστρώθηκε στο Ισμαήλιο της Βεσσαραβίας την 1η Οκτωβρίου 1820, αποφασίστηκε ότι κατά το πρώτο στάδιο του Αγώνα η Κύπρος θα συμμετείχε μόνον με χρήματα και τροφές και δεν θα αναλάμβανε ένοπλη δράση.

Άρθρον ΙΕ΄

«Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ. Κυπριανός υπεσχέθη να συνεισφέρη χρήματα ή τροφάς, όσας δυνηθή. Λοιπόν ο Καλός (Αλέξανδρος Υψηλάντης) πρέπει να γράψη προς την Μακαριότητά του προτρεπτικά δηλοποιών των πραγμάτων την κατάστασιν, διά να φιλοτιμηθή να βοηθήση αναλόγως τη φήμη της νήσου εκείνης, την οποίαν έχουν το προνόμιον οι Κύπριοι να διοικούν αυτοί σχεδόν τοσούτους χρόνους. Ταύτα δε τα γράμματα ο ρηθείς Πελοπίδας (Αντώνιος Πελοπίδας, «απόστολος» των Φιλικών στην Αίγυπτο), ή προτού, ή επιστρέφων εξ Αιγύπτου, να περάση εις Κύπρον και να εγχειρίση τη αυτού Μακαριότητι, διά να εμβάση τα χρήματα ο άγιος Κύπρου εις Κωνσταντινούπολιν, ή να στείλη τας τροφάς, όπου διορισθή∙ και τέλος να σκεφθή, πώς να διαφυλάξη το ποίμνιόν του από τους κατοίκους εκεί εχθρούς.».

Κατόπιν τούτου λίγες μέρες αργότερα, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ο Αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας, εξουσιοδότησε τον δραστήριο Φιλικό Αντώνιο Πελοπίδα να ταξιδέψει στην Αίγυπτο και στην Κύπρο για να εισπράξει τις υπέρ του αγώνα εισφορές από τους Φιλικούς που διέμεναν στα μέρη αυτά. Το σχετικό έγγραφο του Υψηλάντη προς τον Πελοπίδα αναφέρει:

Προς τον φιλογενέστατον και ευγενή

Κύριον Αντώνιον Πελοπίδαν

Εις Κωνσταντινούπολιν

Φιλογενέστατε Κύριε Αντώνιε Πελοπίδα

Αι πληροφορίαι του φλογενεστάτου Αρχιμανδρίτου Δικαίου (Παπαφλέσσα) επηύξησαν την οποίαν προ πολλού περί του υποκειμένου σας είχα συλλάβει καλήν υπόληψιν…

Εγχείρησα εις τον ρηθέντα κύριον Αρχιμανδρίτην Δικαίον γράμματα προς τους αδελφούς εις Αίγυπτον και προς τον άγιον Κύπρου. Παραλάβατε τα γράμματα ταύτα και κινήσατε αμέσως προς τα μέρη εκείνα, διά να φανερώσητε πρός τούς αγαθούς συμπατριώτας μας, ότι η εφετή ώρα τῆς εκτελέσεως του ιερού ημών σκοπού δεν είναι μακράν, και να τους παρακινήσητε διά να καταβάλωσιν, όχι μόνον όσα έκαστος ευόρκως υπεσχέθη, αλλά και άλλα περισσότερα ακόμη διά την μεγάλην τῆς πατρίδος ανάγκην. Επιστρέφοντες δε εκείθεν περνάτε διά της Κύπρου, όπου εγχειρίζοντες το γράμμα πρός τον Αρχιερέα, τον παρακινείτε να συνεισφέρει τα της υποσχέσεώς του, τα οποία παραλαμβάνοντες αποπλέετε πάραυτα ή μόνος ή και μετά τινος ανθρώπου τοῦ Αρχιερέως διά την Παλαιάν Πάτραν τῆς Πελοποννήσου, όπου παραδίδετε τα πάντα εις χείρας του κυρίου Ιωάννου Παππά Διαμαντοπούλου, παρά του οποίου λαμβάνετε τας αναγκαίας αποδείξεις.

Ο ζήλος και η προθυμία σας μέ βεβαιώνουσιν, ότι τα έργα σας θέλουσιν είσθαι ανώτερα των ελπίδων μου, διά τούτο δεν σας παροτρύνω περισσότερον, αλλά σας ασπάζομαι φιλικώς και μένω όλος

εύνους αδελφός σας.

Αλέξανδρος Υψηλάντης

Ισμαήλ, την 8 Οκτωβρίου 1820

Με την παρακάτω επιστολή ο Αλέξανδρος Υψηλάντης ενημερώνει τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου την επικείμενη άφιξη του Πελοπίδα στην Κύπρο και ταυτόχρονα για την έλευση του χρόνου εκπλήρωσης των υποσχέσεών του προς το Έθνος.

Μακαριώτατε και Φιλογενέστατε Δέσποτα,

Ο φιλογενέστατος κύριος Δημήτριος Ίπατρος μέ εβεβαίωσε περί της γενναίας συνεισφοράς, την οποίαν η υμετέρα Μακαριότης υπεσχέθη πρός αυτόν διά το Σχολείον τῆς Πελοποννήσου. Όθεν, ως γενικός έφορος του Σχολείου τούτου, κρίνω χρέος μου απαραίτητον να ευχαριστήσω την Υμετέραν Μακαριότητα και να την ειδοποιήσω ότι η έναρξις τοῦ Σχολείου εγγίζει. Διά τούτο λοιπόν στέλλω εξεπίτηδες τον κύριον Αντώνιον Πελοπίδαν, άνδρα ενάρετον, φιλογενή και πάσης πίστεως άξιον, διά να την βεβαιώση και διά ζώσης φωνής την όσον ούπω ανέγερσιν του ιερού τούτου καταστήματος. Ας ταχύνη λοιπόν η υμετέρα Μακαριότης να εμβάση τόσον της υμετέρας Μακαριότητος τας συνεισφοράς, όσον και των λοιπών αυτού ομογενών, είτε χρηματικάς, είτε είναι ζωοτροφίας προς τον εν παλαιά Πάτρα της Πελοποννήσου κύριον Ιωάννην Παππά Διαμαντόπουλον, συντροφεύουσα αυτάς ή με άνθρωπόν της επίτηδες ή με τον κομιστήν του παρόντος μου.

Ων δε εύελπις, ότι η υμετέρα Μακαριότης θέλει φιλοτιμηθή να δείξῃ την συνεισφοράν αξίαν τοῦ μεγάλου ζήλου και πατριωτισμού Αυτής τε και όλου της του ποιμνίου, εξικετεύω τας μακαρίους Αυτής ευχάς και μένω μέ βαθύ σέβας

της υμετέρας Μακαριότητος

τέκνον ευπειθές.

Αλέξανδρος Υψηλάντης

Ισμαήλ, την 8 Οκτωβρίου 1820

Όπως γνωρίζουμε, η Φιλική Εταιρεία είχε μυστικό και συνωμοτικό χαρακτήρα. Για το λόγο αυτό κατά τη διεκπεραίωση των υποθέσεών της με αλληλογραφία απαγορευόταν οποιαδήποτε αναφορά με άμεσο ή έμμεσο τρόπο στην προετοιμαζόμενη επανάσταση. Επειδή κατά την προεπαναστατική περίοδο η ίδρυση σχολείων, η έκδοση βιβλίων και οι συναφείς δραστηριότητες χρηματοδοτούνταν με γενναίες χορηγίες των απανταχού Ελλήνων, οι Φιλικοί χρησιμοποιούσαν συνθηματικές λέξεις ή φράσεις από αυτές τις δραστηριότητες, ώστε να μην κινούν τις υποψίες των Τούρκων. Έτσι στο παραπάνω γράμμα του ο Αλέξανδρος Υψηλάντης ως «γενικός Έφορος του σχολείου τούτου» δηλ. ως Γενικός Έφορος (Επίτροπος) της «Αοράτου Αρχής» της Φιλικής Εταιρείας ζητεί από τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό τη «γενναία συνεισφορά» που υπεσχέθη «διά το Σχολείον της Πελοποννήσου». Ταυτόχρονα όμως του παρέχει την πληροφορία ότι «η έναρξις τοῦ Σχολείου εγγίζει», ότι δηλαδή η έναρξη της Επανάστασης πλησιάζει.

Σημ.: Στα δημοσιευόμενα έγγραφα ή αποσπάσματα εγγράφων τηρείται (με εξαίρεση το πολυτονικό) η γραφή του πρωτοτύπου.